του Θάνου Ανδρίτσου
Ανορθολογισμός, υποταγή στην καθημερινή μιζέρια ή πίστη σε ένα νέο συλλογικό όραμα;
Δεν ήρθε τελικά το τέλος του κόσμου στην 21η Δεκέμβρη. Υπήρξαν βέβαια κρίσιμες διαμάχες για τον τρόπο που θα καταστραφεί, ή για τη σωστή ερμηνεία των Μάγιας. Αντίστοιχης σημασίας συζητήσεις πληθαίνουν το τελευταίο διάστημα σε τηλεοράσεις και εφημερίδες για θέματα όπως το αν η γραμμή που ακολουθεί τα αεροπλάνα είναι τα αέρια που μας ψεκάζουν και άλλα που συνήθως συγγενεύουν με εθνικιστικά, μυστικιστικά και φασιστικά ρεύματα. Προκαλεί θλίψη πώς σε συνθήκες οικονομικής καταβαράθρωσης και συνολικής ιδεολο γικής, αξιακής, μορφωτικής καθίζησης ενισχύεται ο ανορθολογισμός, κατακρημνίζονται τα κριτήρια σκέψης και λογικής και αναβαθμίζεται η μαζική αποβλάκωση.
Παρά το μελάνι που χύθηκε ή τις συζητήσεις που έγιναν, αρκετά λίγοι πραγματικά πίστεψαν ότι θα ερχόταν η συντέλεια του κόσμου, ή κάτι παρόμοιο. Ούτε απεγνωσμένες οικογένειες έτρεχαν να κρυφτούν σε καταφύγια, ούτε μποτιλιαρίσματα ή καρδιακές προσβολές, σαν αυτές που βλέπουμε στις ταινίες και έλαβαν χώρα στη φάρσα του Όρσον Ουέλς για την εισβολή εξωγήινων το 1938. Αν εξαιρέσουμε τη νυχτερινή περιοδεία του Κασιδιάρη, πολύ λίγοι κοίταξαν τον ουρανό εκεί η τη μέρα. Πολύ λίγοι κοιτούν τον ουρανό πλέον κάθε μέρα. Κανείς δεν αυτοκτόνησε μπροστά στον φόβο της συντέλειας του κόσμου. Αρκούν αυτοί που αυτοκτονούν καθημερινά υπό το βάρος της οικονομικής καταστροφής.
Το χειρότερο δεν είναι που κάποιοι πίστεψαν ότι θα έρθει το τέλος αλλά ότι πάρα πολλοί δεν το απεύχονταν. Μπορεί να το πρόσμεναν, να το αναζητούσαν, σίγουροι πως ούτε καν αυτό δεν μπορεί να συμβεί σε αυτό τον κόσμο που καταδικάστηκαν να ζουν. Μια κοινωνία ολόκληρη αρχίζει να μαθαίνει να ζει από αγγαρεία, μέσα σε μια καθημερινή ζοφερή μανιέρα, χωρίς συγκινήσεις, χωρίς ελπίδες, αλλά και χωρίς σενάρια μαζικής καταστροφής. Δεν υπάρχει πια κανένα ένδοξο τέλος που θα μας σώσει από την άδοξη πτώση μας. Εδώ είναι πο υ η άρνηση του ανορθολογισμού γίνεται η εξίσου ανησυχητική με την αποδοχή της καθημερινής εξαθλίωσης σαν την μόνη πιθανή εκδοχή του κόσμου.
Η ζωή χάνεται στις ουρές των ΟΑΕΔ, στην ατελείωτη προσπάθεια επιβίωσης, στα κρύα σπίτια. Δε λείπει μόνο το πετρέλαιο για να ζεστάνει το σπίτι, ή το ψωμί για να χορτάσει η κοιλιά, το χειρότερο είναι ότι λείπει η ελπίδα να γεμίσει λίγο την καρδιά και το μυαλό. Αυτά είναι τα διαρκή ατομικά τέλη του κόσμου, σιωπηλά, χωρίς θορύβους και εικόνες. Δεν είναι μόνο οι τεράστιοι κατακλυσμοί και οι πτώσεις μετεωριτών ανίκανες να αλλάξουν αυτή την καθημερινότητα, αλλά ούτε και οι σημαίες, οι επαναστάσεις οι ανατροπές. Χωρ� �ς μεγάλες χαρές, ούτε καταστροφικές μανίες, η κοινωνία ένα μόνο μέλλον μπορεί να έχει, ίδιο με το σημερινό αποκρουστικό παρόν. Η κοινωνία. Ο καθένας μόνος του μπορεί να επιβιώνει ή και να χάνεται.
Αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη του δολοφονικού καπιταλισμού. Η αποδοχή ότι καμία πιθανή εναλλακτική δεν μπορεί να υπάρξει σε συλλογικό επίπεδο. Δεν υπάρχει εναλλακτική, έλεγε η Θάτσερ, μνημόνιο, ευρώ, λιτότητα ή καταστροφή λένε από το πρωί μέχρι το βράδυ οι ντόπιοι και ξένοι τροϊκανοί. Αυτή ήταν η βαθύτερη έννοια του «τέλους της ιστορίας» του Φουκουγιάμα. Όχι ότι δεν θα υπάρχουν κρίσεις και κλονισμοί, ή αγώνες και αντιστάσεις. Αλλά ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμία πραγματική, πιθανή και βιώσιμη εναλλακτική α πό τον καπιταλισμό και τη νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση.
«Φιλόσοφοι», καλλιτέχνες, πολιτικοί, και άλλοι εμπνέονταν ή φοβούνταν τεχνοκρατικές δυστοπίες και στρατούς κλώνων. Πολλοί θεωρούν πιο πιθανή την κατάληψη του κόσμου από αυτομολημένα ρομπότ παρά από χειραφετημένους εργάτες. Πιο πιθανή την καταστροφή του κόσμου από την καταστροφή του καπιταλισμού. Στις 21 Δεκέμβρη πιθανώς να φαίνονταν σε κάποιους πιο παράλογα τα κελεύσματα του Κομμουνιστικού Μανιφέστου από ότι του ημερολογίου των Μάγιας.
Κι όμως, ποτέ άλλοτε οι συνθήκες δεν ήταν πιο ώριμες για ένα μεγάλο άλμα της ανθρωπότητας. Το γνωρίζουν αυτό οι κυρίαρχοι. Το βλέπουν στην, ακόμα ανώριμη αλλά γιγάντια λαϊκή κινητοποίηση. Και θέλουν να το ξορκίσουν σαν ακόμα πιο παράλογο σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Κάθε είσοδος του λαού στο προσκήνιο, κάθε διεκδίκηση της εξουσίας, δεν μπορεί παρά να φέρει χάος, βία του όχλου, δεινά χειρότερα από πλημμύρες και καταποντισμούς.
Υπάρχει ένα ρητό για τη Σοβιετική Ένωση. Ότι ο κομμουνισμός δεν έμοιαζε με ότι είχε υποσχεθεί, ο καπιταλισμός όμως ήταν ακριβώς όπως περιγράφονταν. Εκμετάλλευση και δυστυχία. Κάτι ανάποδο βλέπουμε να επιχειρεί ο αστικός πολιτισμός. Τι λέει; Ο καπιταλισμός δεν θα σας εγγυηθεί καλή ζωή, πιθανώς ούτε καν επιβίωση, σίγουρα όμως είναι ο μόνος που μπορεί να υπάρξει. Κάθε άλλο είναι παράλογο και επικίνδυνο. Έτσι, ξεγυμνωμένοι από την ψευδαίσθηση της ευμάρειας και της ασφάλειας αλλά και αποψιλωμένοι από κάθε συλ� �ογικό όραμα, οφείλουμε να προχωρούμε σήμερα, μέσα στα συντρίμμια της καθημερινής ζωής.
Είχε και ιδεολογική υποστήριξη αυτή η αποδοχή της ανημποριάς. Και από πολλούς που δεν θεωρούσαν τους εαυτούς τους οπαδούς του καπιταλισμού. Η μεταμοντέρνα κριτική, με πολλές αποχρώσεις και αφετηρίες, παρήγαγε καίριες ενστάσεις στο θεωρητικό οικοδόμημα της νεωτερικότητας και σε πλευρές δογματισμού και ντετερμινισμού του παραδοσιακού μαρξισμού, ωστόσο έθρεψε ένα τέρας. Την άρνηση κάθε δυνατότητας συνολικής αλλαγής, στηριγμένης σε κάποια ορθολογικά κριτήρια και κοινές έννοιες και διεκδικήσεις. Όπως έ� �ραψε ο David Harvey, «παρήγαγε μια κατάσταση μηδενισμού», ή σύμφωνα με τον Perry Anderson την αίσθηση ότι «δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα πέραν του καπιταλισμού».
Αρχίσαμε όλο και περισσότερο να «βολευόμαστε με λιγότερο ουρανό». Όπως έλεγε κι ένας γνωστός αρχιτέκτονας, οφείλουμε να προσβλέπουμε σε μικρά πράγματα, «αφού είδαμε ότι η δυνατότητα για μεγάλα αποπέμφθηκε από την ιστορία». Ωστόσο, ενώ η Αριστερά άφηνε τις μεγάλες αφηγήσεις ή υποτασσόταν την αστική ηρεμία κι ενώ οι φιλόσοφοι και οι καλλιτέχνες έβρισκαν έμπνευση στα μικρά, δεν έγινε το ίδιο για το κεφάλαιο. Η πιο μεγάλη από τις μεγάλες αφηγήσεις συντελείται σήμερα στην προσπάθεια υπέρβασης της πιο βαθιάς και δομικής κρίση του κεφαλαίου μέσω της διάλυσης της παγκόσμιας εργατικής τάξης.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η ανθρωπότητα βυθίζεται σε τόσο πυκνά σκοτάδια και εμφανίζεται ένα ρεύμα συλλογικής ιστορικής απαισιοδοξίας και απόγνωσης. Όμως βρίσκει συνταρακτικά ανίκανη την Αριστερά να τροφοδοτήσει ένα ρεύμα αισιοδοξίας, δημιουργίας και ελπίδας για τη μεγάλη ανατροπή και αλλαγή. Ενώ γίνεται όλο και πιο έντονο το ερώτημα αν μπορεί να υπάρξει κάτι πέρα από τον καπιταλισμό, ενώ η αναζήτηση του κομμουνισμού επιστρέφει στις θεωρητικές συζητήσεις, η Αριστερά φοβάται όλο και περισσότερο να μ� �λήσει για αυτόν και ακόμα χειρότερα να τον συνδέσει με τις πολιτικές επιλογές της, έστω σαν στρατηγικό στόχο. Πως γίνεται να μην αρνείται την ελπίδα για μια καινούρια ζωή ο άνεργος νέος, όταν η πρόταση εξουσίας της Αριστεράς φαντάζει όλο και περισσότερο σαν μια υπόθεση μικροαλλαγών στη διαχείριση ή τις διεθνείς σχέσεις; Τώρα ρεαλισμός, τα μεγάλα οράματα και οι μεγάλες αφηγήσεις είναι ή του παρελθόντος ή του απώτερου μέλλοντος. Γίνεται να μην καταθέτει τα όπλα, όταν το ΚΚΕ του υπενθυμίζει σε κάθε ευκαιρία ότι είναι «μικρός πολύ μικρός γ� �α να αλλάξει» κάτι, ότι τα χειρότερα πάντοτε θα έρχονται μέχρι τη λαϊκή εξουσία που κάπως θα έρθει;
Θα μπορέσουμε με νέες κιμωλίες να ξανατραβήξουμε την κόκκινη γραμμή του κομμουνιστικού κινήματος, να επαναφέρουμε τον κομμουνισμό σαν όραμα και σαν κίνημα, σαν αίτημα και σαν κάλεσμα για δράση, σαν κριτήριο για τα πολιτικά προγράμματα και σαν μοχλό στράτευσης, σαν κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων; Θα διαμορφώσουμε μια νέα ελπίδα που δε θα βασίζεται σε μια πίστη στα θαύματα του Χριστού, ούτε στις ιστορίες του Άγιου Βασίλη, αλλά στην γνώση της πραγματικότητας και των δυνατοτήτων της; Θα βά� �ουμε την κομμουνιστική ιδέα στη θεωρία και την πράξη των πραγματικών υποκειμένων; Αυτό είναι ένα καθήκον για το σήμερα.
Αξίζει να ζει αυτός ο κόσμος; Ξανά το σεξπηρικό ερώτημα, όχι όμως για τον καθένα από μας, αλλά για τον κόσμο της εκμετάλλευσης. Σίγουρα όχι. Ας καταστραφεί, όχι με μπάλες φωτιάς από το διάστημα αλλά με τη φωτιά που καίει μέσα μας. αΚι έτσι θα θυμηθούμε ξανά, την παρακίνηση του Χικμέτ: «Στάχτη θα γίνεις κόσμε γερασμένε, σου είναι γραφτός ο δρόμος της συντριβής»
ΠΗΓΗ
Ανορθολογισμός, υποταγή στην καθημερινή μιζέρια ή πίστη σε ένα νέο συλλογικό όραμα;
Δεν ήρθε τελικά το τέλος του κόσμου στην 21η Δεκέμβρη. Υπήρξαν βέβαια κρίσιμες διαμάχες για τον τρόπο που θα καταστραφεί, ή για τη σωστή ερμηνεία των Μάγιας. Αντίστοιχης σημασίας συζητήσεις πληθαίνουν το τελευταίο διάστημα σε τηλεοράσεις και εφημερίδες για θέματα όπως το αν η γραμμή που ακολουθεί τα αεροπλάνα είναι τα αέρια που μας ψεκάζουν και άλλα που συνήθως συγγενεύουν με εθνικιστικά, μυστικιστικά και φασιστικά ρεύματα. Προκαλεί θλίψη πώς σε συνθήκες οικονομικής καταβαράθρωσης και συνολικής ιδεολο γικής, αξιακής, μορφωτικής καθίζησης ενισχύεται ο ανορθολογισμός, κατακρημνίζονται τα κριτήρια σκέψης και λογικής και αναβαθμίζεται η μαζική αποβλάκωση.
Παρά το μελάνι που χύθηκε ή τις συζητήσεις που έγιναν, αρκετά λίγοι πραγματικά πίστεψαν ότι θα ερχόταν η συντέλεια του κόσμου, ή κάτι παρόμοιο. Ούτε απεγνωσμένες οικογένειες έτρεχαν να κρυφτούν σε καταφύγια, ούτε μποτιλιαρίσματα ή καρδιακές προσβολές, σαν αυτές που βλέπουμε στις ταινίες και έλαβαν χώρα στη φάρσα του Όρσον Ουέλς για την εισβολή εξωγήινων το 1938. Αν εξαιρέσουμε τη νυχτερινή περιοδεία του Κασιδιάρη, πολύ λίγοι κοίταξαν τον ουρανό εκεί η τη μέρα. Πολύ λίγοι κοιτούν τον ουρανό πλέον κάθε μέρα. Κανείς δεν αυτοκτόνησε μπροστά στον φόβο της συντέλειας του κόσμου. Αρκούν αυτοί που αυτοκτονούν καθημερινά υπό το βάρος της οικονομικής καταστροφής.
Το χειρότερο δεν είναι που κάποιοι πίστεψαν ότι θα έρθει το τέλος αλλά ότι πάρα πολλοί δεν το απεύχονταν. Μπορεί να το πρόσμεναν, να το αναζητούσαν, σίγουροι πως ούτε καν αυτό δεν μπορεί να συμβεί σε αυτό τον κόσμο που καταδικάστηκαν να ζουν. Μια κοινωνία ολόκληρη αρχίζει να μαθαίνει να ζει από αγγαρεία, μέσα σε μια καθημερινή ζοφερή μανιέρα, χωρίς συγκινήσεις, χωρίς ελπίδες, αλλά και χωρίς σενάρια μαζικής καταστροφής. Δεν υπάρχει πια κανένα ένδοξο τέλος που θα μας σώσει από την άδοξη πτώση μας. Εδώ είναι πο υ η άρνηση του ανορθολογισμού γίνεται η εξίσου ανησυχητική με την αποδοχή της καθημερινής εξαθλίωσης σαν την μόνη πιθανή εκδοχή του κόσμου.
Η ζωή χάνεται στις ουρές των ΟΑΕΔ, στην ατελείωτη προσπάθεια επιβίωσης, στα κρύα σπίτια. Δε λείπει μόνο το πετρέλαιο για να ζεστάνει το σπίτι, ή το ψωμί για να χορτάσει η κοιλιά, το χειρότερο είναι ότι λείπει η ελπίδα να γεμίσει λίγο την καρδιά και το μυαλό. Αυτά είναι τα διαρκή ατομικά τέλη του κόσμου, σιωπηλά, χωρίς θορύβους και εικόνες. Δεν είναι μόνο οι τεράστιοι κατακλυσμοί και οι πτώσεις μετεωριτών ανίκανες να αλλάξουν αυτή την καθημερινότητα, αλλά ούτε και οι σημαίες, οι επαναστάσεις οι ανατροπές. Χωρ� �ς μεγάλες χαρές, ούτε καταστροφικές μανίες, η κοινωνία ένα μόνο μέλλον μπορεί να έχει, ίδιο με το σημερινό αποκρουστικό παρόν. Η κοινωνία. Ο καθένας μόνος του μπορεί να επιβιώνει ή και να χάνεται.
Αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη του δολοφονικού καπιταλισμού. Η αποδοχή ότι καμία πιθανή εναλλακτική δεν μπορεί να υπάρξει σε συλλογικό επίπεδο. Δεν υπάρχει εναλλακτική, έλεγε η Θάτσερ, μνημόνιο, ευρώ, λιτότητα ή καταστροφή λένε από το πρωί μέχρι το βράδυ οι ντόπιοι και ξένοι τροϊκανοί. Αυτή ήταν η βαθύτερη έννοια του «τέλους της ιστορίας» του Φουκουγιάμα. Όχι ότι δεν θα υπάρχουν κρίσεις και κλονισμοί, ή αγώνες και αντιστάσεις. Αλλά ότι δεν μπορεί να υπάρξει καμία πραγματική, πιθανή και βιώσιμη εναλλακτική α πό τον καπιταλισμό και τη νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση.
«Φιλόσοφοι», καλλιτέχνες, πολιτικοί, και άλλοι εμπνέονταν ή φοβούνταν τεχνοκρατικές δυστοπίες και στρατούς κλώνων. Πολλοί θεωρούν πιο πιθανή την κατάληψη του κόσμου από αυτομολημένα ρομπότ παρά από χειραφετημένους εργάτες. Πιο πιθανή την καταστροφή του κόσμου από την καταστροφή του καπιταλισμού. Στις 21 Δεκέμβρη πιθανώς να φαίνονταν σε κάποιους πιο παράλογα τα κελεύσματα του Κομμουνιστικού Μανιφέστου από ότι του ημερολογίου των Μάγιας.
Κι όμως, ποτέ άλλοτε οι συνθήκες δεν ήταν πιο ώριμες για ένα μεγάλο άλμα της ανθρωπότητας. Το γνωρίζουν αυτό οι κυρίαρχοι. Το βλέπουν στην, ακόμα ανώριμη αλλά γιγάντια λαϊκή κινητοποίηση. Και θέλουν να το ξορκίσουν σαν ακόμα πιο παράλογο σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Κάθε είσοδος του λαού στο προσκήνιο, κάθε διεκδίκηση της εξουσίας, δεν μπορεί παρά να φέρει χάος, βία του όχλου, δεινά χειρότερα από πλημμύρες και καταποντισμούς.
Υπάρχει ένα ρητό για τη Σοβιετική Ένωση. Ότι ο κομμουνισμός δεν έμοιαζε με ότι είχε υποσχεθεί, ο καπιταλισμός όμως ήταν ακριβώς όπως περιγράφονταν. Εκμετάλλευση και δυστυχία. Κάτι ανάποδο βλέπουμε να επιχειρεί ο αστικός πολιτισμός. Τι λέει; Ο καπιταλισμός δεν θα σας εγγυηθεί καλή ζωή, πιθανώς ούτε καν επιβίωση, σίγουρα όμως είναι ο μόνος που μπορεί να υπάρξει. Κάθε άλλο είναι παράλογο και επικίνδυνο. Έτσι, ξεγυμνωμένοι από την ψευδαίσθηση της ευμάρειας και της ασφάλειας αλλά και αποψιλωμένοι από κάθε συλ� �ογικό όραμα, οφείλουμε να προχωρούμε σήμερα, μέσα στα συντρίμμια της καθημερινής ζωής.
Είχε και ιδεολογική υποστήριξη αυτή η αποδοχή της ανημποριάς. Και από πολλούς που δεν θεωρούσαν τους εαυτούς τους οπαδούς του καπιταλισμού. Η μεταμοντέρνα κριτική, με πολλές αποχρώσεις και αφετηρίες, παρήγαγε καίριες ενστάσεις στο θεωρητικό οικοδόμημα της νεωτερικότητας και σε πλευρές δογματισμού και ντετερμινισμού του παραδοσιακού μαρξισμού, ωστόσο έθρεψε ένα τέρας. Την άρνηση κάθε δυνατότητας συνολικής αλλαγής, στηριγμένης σε κάποια ορθολογικά κριτήρια και κοινές έννοιες και διεκδικήσεις. Όπως έ� �ραψε ο David Harvey, «παρήγαγε μια κατάσταση μηδενισμού», ή σύμφωνα με τον Perry Anderson την αίσθηση ότι «δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα πέραν του καπιταλισμού».
Αρχίσαμε όλο και περισσότερο να «βολευόμαστε με λιγότερο ουρανό». Όπως έλεγε κι ένας γνωστός αρχιτέκτονας, οφείλουμε να προσβλέπουμε σε μικρά πράγματα, «αφού είδαμε ότι η δυνατότητα για μεγάλα αποπέμφθηκε από την ιστορία». Ωστόσο, ενώ η Αριστερά άφηνε τις μεγάλες αφηγήσεις ή υποτασσόταν την αστική ηρεμία κι ενώ οι φιλόσοφοι και οι καλλιτέχνες έβρισκαν έμπνευση στα μικρά, δεν έγινε το ίδιο για το κεφάλαιο. Η πιο μεγάλη από τις μεγάλες αφηγήσεις συντελείται σήμερα στην προσπάθεια υπέρβασης της πιο βαθιάς και δομικής κρίση του κεφαλαίου μέσω της διάλυσης της παγκόσμιας εργατικής τάξης.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η ανθρωπότητα βυθίζεται σε τόσο πυκνά σκοτάδια και εμφανίζεται ένα ρεύμα συλλογικής ιστορικής απαισιοδοξίας και απόγνωσης. Όμως βρίσκει συνταρακτικά ανίκανη την Αριστερά να τροφοδοτήσει ένα ρεύμα αισιοδοξίας, δημιουργίας και ελπίδας για τη μεγάλη ανατροπή και αλλαγή. Ενώ γίνεται όλο και πιο έντονο το ερώτημα αν μπορεί να υπάρξει κάτι πέρα από τον καπιταλισμό, ενώ η αναζήτηση του κομμουνισμού επιστρέφει στις θεωρητικές συζητήσεις, η Αριστερά φοβάται όλο και περισσότερο να μ� �λήσει για αυτόν και ακόμα χειρότερα να τον συνδέσει με τις πολιτικές επιλογές της, έστω σαν στρατηγικό στόχο. Πως γίνεται να μην αρνείται την ελπίδα για μια καινούρια ζωή ο άνεργος νέος, όταν η πρόταση εξουσίας της Αριστεράς φαντάζει όλο και περισσότερο σαν μια υπόθεση μικροαλλαγών στη διαχείριση ή τις διεθνείς σχέσεις; Τώρα ρεαλισμός, τα μεγάλα οράματα και οι μεγάλες αφηγήσεις είναι ή του παρελθόντος ή του απώτερου μέλλοντος. Γίνεται να μην καταθέτει τα όπλα, όταν το ΚΚΕ του υπενθυμίζει σε κάθε ευκαιρία ότι είναι «μικρός πολύ μικρός γ� �α να αλλάξει» κάτι, ότι τα χειρότερα πάντοτε θα έρχονται μέχρι τη λαϊκή εξουσία που κάπως θα έρθει;
Θα μπορέσουμε με νέες κιμωλίες να ξανατραβήξουμε την κόκκινη γραμμή του κομμουνιστικού κινήματος, να επαναφέρουμε τον κομμουνισμό σαν όραμα και σαν κίνημα, σαν αίτημα και σαν κάλεσμα για δράση, σαν κριτήριο για τα πολιτικά προγράμματα και σαν μοχλό στράτευσης, σαν κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων; Θα διαμορφώσουμε μια νέα ελπίδα που δε θα βασίζεται σε μια πίστη στα θαύματα του Χριστού, ούτε στις ιστορίες του Άγιου Βασίλη, αλλά στην γνώση της πραγματικότητας και των δυνατοτήτων της; Θα βά� �ουμε την κομμουνιστική ιδέα στη θεωρία και την πράξη των πραγματικών υποκειμένων; Αυτό είναι ένα καθήκον για το σήμερα.
Αξίζει να ζει αυτός ο κόσμος; Ξανά το σεξπηρικό ερώτημα, όχι όμως για τον καθένα από μας, αλλά για τον κόσμο της εκμετάλλευσης. Σίγουρα όχι. Ας καταστραφεί, όχι με μπάλες φωτιάς από το διάστημα αλλά με τη φωτιά που καίει μέσα μας. αΚι έτσι θα θυμηθούμε ξανά, την παρακίνηση του Χικμέτ: «Στάχτη θα γίνεις κόσμε γερασμένε, σου είναι γραφτός ο δρόμος της συντριβής»
ΠΗΓΗ
Πηγή: http://www.ramnousia.com/
No comments:
Post a Comment